Ο Κυνηγός
(Ζακυνθινο τραγούδι της αγάπης)
Κυνηγός, που κυνηγούσε
μες στα άγρια βουνά,
έτυχε να συναντήσει
μια ερημοεκκλησιά.
Προχωρεί και μπαίνει μέσα
με λυπητερή καρδιά,
βρίσκει εκεί και προσκυνούσε
μια μικρή καλογριά.
«Καλή μέρα, καλογραία,
τ’ όνομά σου επιθυμώ,
ας το μάθω κι ας πεθάνω
στο ερημοκκλήσι αυτό».
«Τ’ όνομά μου δεν το λέγω,
γιατί θα το λυπηθείς,
γιατί σύ `σουνα αιτία
καλογραία να με δεις».
«Έλα πάτησε τον όρκο
και παντρέψου μια βραδιά.
Πάρε με τον κυνηγάρη
που σ’ αγάπησα πιστά».
«Πώς τον όρκο να πατήσω,
το Θεό να αρνηθώ!
Πέντε έτη είναι τώρα
όπου ασκητώ εδώ.
μες στα άγρια βουνά,
έτυχε να συναντήσει
μια ερημοεκκλησιά.
Προχωρεί και μπαίνει μέσα
με λυπητερή καρδιά,
βρίσκει εκεί και προσκυνούσε
μια μικρή καλογριά.
«Καλή μέρα, καλογραία,
τ’ όνομά σου επιθυμώ,
ας το μάθω κι ας πεθάνω
στο ερημοκκλήσι αυτό».
«Τ’ όνομά μου δεν το λέγω,
γιατί θα το λυπηθείς,
γιατί σύ `σουνα αιτία
καλογραία να με δεις».
«Έλα πάτησε τον όρκο
και παντρέψου μια βραδιά.
Πάρε με τον κυνηγάρη
που σ’ αγάπησα πιστά».
«Πώς τον όρκο να πατήσω,
το Θεό να αρνηθώ!
Πέντε έτη είναι τώρα
όπου ασκητώ εδώ.
Όπου δεις δυο κυπαρίσσια
και στη μέση μιά μηλιά
εκεί μέσα είναι θαμένα
δυο αγγελικά κορμιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου